Η ανθρώπινη νοημοσύνη διαφέρει με πολλούς τρόπους από τη νοημοσύνη των ζώων, ένας όμως από τους πιο προφανείς είναι η αυτεπίγνωσή μας. Ενας σκύλος, για παράδειγμα, έχει πιθανώς αντίληψη πολλών αισθημάτων σε οποιαδήποτε δεδομένη στιγμή: ότι πεινάει, ότι έχει κουραστεί ύστερα από μια μεγάλη βόλτα, ίσως, ή ότι μια γαργαλιστική μυρωδιά έρχεται από την κουζίνα.
Ο ιδιόκτητης του όμως θα έχει αντίληψη όλων αυτών των αισθημάτων αλλά παράλληλα θα έχει ένα επιπλέον επίπεδο διαδικασιών σκέψης επάνω από αυτά. Ως άνθρωποι μπορούμε να έχουμε αντίληψη του ότι αντιλαμβανόμαστε τις βασικές αισθητηριακές πληροφορίες που λαμβάνουμε και αυτό μας επιτρέπει να σκεφτόμαστε σχετικά με την ακρίβεια ή την αξιοπιστία των συναισθημάτων και των κρίσεών μας.
Αυτό μας επιτρέπει να σκεφτόμαστε: «Πόσο κουρασμένος είμαι έπειτα από αυτή τη μεγάλη βόλτα, είναι αυτή η ικανοποιητική κούραση που νιώθεις μετά την άσκηση. Δεν έχω κουραστεί όμως και τόσο ώστε να μην πάω στο μπαρ το βράδυ».
Αυτή η ιδιότητα αναφέρεται συχνά ως εσωαντίληψη ή μεταγνωσιακή ικανότητα. «Είναι η ικανότητα να σκέφτεσαι τον εαυτό σου, να έχεις επίγνωση του εαυτού σου» λέει ο Στιβ Φλέμινγκ ο οποίος μελετά τη συνείδηση στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης. «Αυτό είναι κάτι το οποίο νομίζουμε ότι είναι, αν όχι ένα χαρακτηριστικό μοναδικό στους ανθρώπους, τουλάχιστον ότι αποτελεί μια από τις πιο ανεπτυγμένες ιδιότητες της ανθρώπινης ψυχολογίας».
Ο κ. Φλέμινγκ ονομάζει την ικανότητα αυτή υπερσυνείδηση. «Η μεταγνωσιακή ικανότητα φαίνεται να αποτελεί μάλλον τον πυρήνα τού ποιοι είμαστε».
Παλαιότερες έρευνες σχετικά με τη μεταγνωσιακή ικανότητα έχουν εστιάσει στο αν είναι πραγματικά μοναδική στους ανθρώπους ή αν είναι κοινή σε κάποιον βαθμό στα περισσότερο νοήμονα ζώα. Εχουν υπάρξει ενδείξεις αυτής της ικανότητας στα δελφίνια και στους πιθήκους, για παράδειγμα, αν και οι σκεπτικιστές υποστηρίζουν ότι μπορεί να υπάρχουν άλλες ερμηνείες για αυτά τα αποτελέσματα.
Η απεικόνιση του εγκεφάλου ανθρώπων ενώ διενεργούν μεταγνωσιακά έργα υποδηλώνει ότι η έδρα αυτής της ικανότητας βρίσκεται στον προμετωπιαίο φλοιό μας, στο μπροστινό μέρος του κεφαλιού μας. Η ιδιότητα αυτή είναι όμως δύσκολο να μετρηθεί. Αν ρωτήσουμε π.χ. εθελοντές πόσο βέβαιοι είναι για τις απαντήσεις τους σε ένα τεστ, τα αποτελέσματα μπερδεύονται από τις μεγάλες διαφορές που παρατηρούνται στην ικανότητα των ανθρώπων να κάνουν το τεστ. Τι μετράμε λοιπόν, την ικανότητα ή την αντίληψη αυτής της ικανότητας;
Η ομάδα του κ. Φλέμινγκ επινόησε ένα καίριο επιπλέον βήμα. Το έργο που χρησιμοποίησαν ήταν ένα απλό οπτικό έργο: έδειξαν σε εθελοντές ριγωτά σχήματα σε διάφορες αποχρώσεις του γκρι και τους ρώτησαν ποια είχαν τη μεγαλύτερη αντίθεση. Υστερα από κάθε ερώτηση οι εθελοντές έπρεπε να αξιολογήσουν πόσο βέβαιοι ήταν ότι είχαν επιλέξει τη σωστή απάντηση.
Τυφλή όραση
Μια σημαντική λεπτομέρεια, το τεστ με τις ρίγες είχε προσαρμοστεί ειδικά για κάθε άτομο έτσι ώστε, ανεξάρτητα από το πόσο καλή ήταν η όρασή τους, όλοι απάντησαν σωστά στο 70% των ερωτήσεων. Αυτό σήμαινε ότι η μόνη μεταβλητή για την αξιολόγηση της βεβαιότητας ήταν η μεταγνωσιακή ικανότητα των ανθρώπων και έδωσε την πρώτη απόδειξη στο εργαστήριο ότι αυτή η ικανότητα ποικίλλει σημαντικά από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Εκτός του ότι έκαναν αυτά τα τεστ, οι εθελοντές πέρασαν και από τον εγκεφαλικό τομογράφο και οι απεικονίσεις αποκάλυψαν ότι εκείνοι που είχαν την καλύτερη μεταγνωσιακή ικανότητα είχαν περισσότερη φαιά ουσία σε μια περιοχή στο μπροστινό μέρος του προμετωπιαίου φλοιού η οποία είναι γνωστή ως πρόσθιος προμετωπιαίος φλοιός.
Βρίσκεται ακριβώς πίσω από το μέτωπό μας.
«Τι έχει αυτή η περιοχή που μας δίνει αυτή την ικανότητα;» ρωτάει ο κ. Φλέμινγκ.«Μήπως το γεγονός ότι είναι πιο ανεπτυγμένη στους ανθρώπους σημαίνει ότι έχουμε μια αυτοαντίληψη θεμελιωδώς διαφορετική από των ζώων;».
Ο άλλος κλασικός τρόπος για να κατανοήσουμε πώς λειτουργεί ο εγκέφαλος είναι να βλέπουμε τι συμβαίνει όταν αυτός δεν λειτουργεί όπως θα έπρεπε. Ας πάρουμε για παράδειγμα την «τυφλή όραση», μια σπάνια πάθηση που προκαλείται συνήθως από τραυματισμό στον εγκέφαλο. Οσοι πάσχουν από αυτήν ενεργούν σαν να είναι, από όλες τις απόψεις, τυφλοί. Προσεκτικές εξετάσεις όμως αποκαλύπτουν ότι μπορούν να προσλάβουν τουλάχιστον κάποιες οπτικές πληροφορίες για τον κόσμο σε ασυνείδητο επίπεδο. Οταν, για παράδειγμα, τους ζητούν να μαντέψουν τι αντικείμενο βρίσκεται μπροστά τους οι επιδόσεις τους είναι καλύτερες από ό,τι θα μπορούσαν να είναι αν απαντούσαν τυχαία, παρά το γεγονός ότι επιμένουν ότι δεν βλέπουν τίποτε.
Η τυφλή όραση θεωρείτο πάντοτε ότι προκύπτει από τραύμα στον οπτικό φλοιό, στο πίσω μέρος του εγκεφάλου, εκεί όπου φθάνουν αρχικά οι πληροφορίες από το οπτικό νεύρο. Πρόσφατες μελέτες με απεικονίσεις του εγκεφάλου υποδηλώνουν ωστόσο ότι η βλάβη επηρεάζει επίσης τις συνδέσεις με τον προμετωπιαίο φλοιό, την ίδια περιοχή που ανέδειξαν οι έρευνες του κ. Φλέμινγκ. «Εδώ προκύπτει μια μεγάλη αναθεώρηση» λέει ο Χακουάν Λάου του Πανεπιστημίου Κολούμπια στη Νέα Υόρκη, επικεφαλής της σχετικής μελέτης.
Αυτή η στροφή στην ερμηνεία της τυφλής όρασης δένει πολύ καλά με τα αποτελέσματα του κ. Φλέμινγκ, καθώς η συγκεκριμένη πάθηση αποτελεί μια από τις πλέον καταφανείς περιπτώσεις έλλειψης μεταγνωσιακής ικανότητας που θα μπορούσε να φανταστεί κανείς.
Εκτός ελέγχου
Λιγότερο ακραία «ελαττώματα» στη μεταγνωσιακή ικανότητα μπορούν να σχετίζονται με άλλες, πιο διαδεδομένες διαταραχές όπως η σχιζοφρένεια, η οποία έχει ως συμπτώματα αυταπάτες και παραισθήσεις. «Οι σχιζοφρενείς έχουν πρόβλημα με μια πολύ κεντρική μεταγνωσιακή ικανότητα, αυτή του ότι γνωρίζω ότι είμαι εγώ και γνωρίζω τι κάνω» λέει ηΤζάνετ Μέτκαλφ, επίσης από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια.
Η ερευνήτρια έχει μελετήσει τη μεταγνωσιακή ικανότητα ανθρώπων με σχιζοφρένεια χρησιμοποιώντας ένα απλό παιχνίδι στον ηλεκτρονικό υπολογιστή που βασίζεται σε κινήσεις με τον κέρσορα. Αρχικά οι ασθενείς με σχιζοφρένεια ήταν εξίσου καλοί στο να κρίνουν πόσο καλά τα πήγαν με την ομάδα ελέγχου των υγιών εθελοντών. Οταν όμως η κυρία Μέτκαλφ άρχισε κρυφά να κινεί η ίδια τον κέρσορα, οι εθελοντές της ομάδας ελέγχου γρήγορα κατάλαβαν ότι συνέβαινε κάτι παράξενο. Οι εθελοντές με σχιζοφρένεια αντιθέτως δεν συνειδητοποίησαν ότι είχαν πάψει να είναι πλήρως υπεύθυνοι για τις κινήσεις του κέρσορα.
Ορισμένοι άνθρωποι με σχιζοφρένεια φθάνουν να πιστεύουν ότι άλλοι ελέγχουν τη συμπεριφορά τους ισχυριζόμενοι, για παράδειγμα, ότι τους έχουν εμφυτεύσει ένα μικροτσίπ στο κεφάλι. «Οταν δεν ξέρεις αν ελέγχεις την ίδια σου τη συμπεριφορά μπορείς να είσαι ανοιχτός σε τέτοιου είδους σύνδρομα» λέει η κυρία Μέτκαλφ.
Εκτός του ότι μπορεί να βοηθήσει τους ανθρώπους με σχιζοφρένεια η καλύτερη κατανόηση της μεταγνωσιακής ικανότητας θα μπορούσε να βελτιώσει τη διδασκαλία στα σχολεία. Η κυρία Μέτκαλφ διαπίστωσε ότι τα παιδιά ηλικίας επτά ως έντεκα χρόνων είναι ικανά να κάνουν σωστές μεταγνωσιακές κρίσεις σχετικά με το πόσο καλά γνωρίζουν ένα θέμα, αλλά μπορεί να μην μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτή τη γνώση.
Για παράδειγμα, τα παιδιά αυτής της κατηγορίας προτιμούν να εξακολουθούν να ασχολούνται με ένα θέμα το οποίο ήδη γνωρίζουν παρά να περνούν στο επόμενο. «Θα ήταν ενδιαφέρον να προσπαθήσουμε να διδάξουμε τους δασκάλους πώς να χρησιμοποιούν τη μεταγνωσιακή ικανότητα με αποτελεσματικό τρόπο» λέει η ερευνήτρια.
Η μεταγνωσιακή ικανότητα ενός ατόμου ίσως μπορεί να βελτιωθεί αν του δίνονται πληροφορίες, σε τεστ ανάλογα με τα τεστ που έκανε ο κ. Φλέμινγκ στον ηλεκτρονικό υπολογιστή. Η κυρία Μέτκαλφ ελπίζει ότι κάτι τέτοιοι θα βοηθήσει ανθρώπους με σχιζοφρένια. Ας υποθέσουμε όμως ότι και εμείς οι υπόλοιποι κάναμε την ίδια εκπαίδευση. Θα μας έδινε αυτό μια υπερ-φορτισμένη υπερσυνείδηση;
«Αν ορίζετε τη συνείδηση ως πώς είναι να βλέπει κάποιος το κόκκινο χρώμα, το συγκεκριμένο δεν θα αλλάξει» απαντά ο κ. Φλέμινγκ. «Αν όμως την ορίζετε ως το να μπορεί κάποιος να σκέφτεται σωστά σχετικά με αυτό που βλέπει ή σχετικά με το αν πήρε μια σωστή απόφαση, τότε η εκπαίδευση θα μπορούσε να προσφέρει βελτίωση».
Emma Young
***
«Αλλες» καταστάσεις
Ολα ψέματα
Γιατί διαλέξατε να φορέσετε αυτά τα ρούχα σήμερα το πρωί; Τι σας έκανε να γράψετε τη λίστα με τα πράγματα που πρέπει να κάνετε με αυτή τη σειρά σήμερα; Αλήθεια, πώς καταλήξατε να κάνετε τη δουλειά που κάνετε; Ισως νομίζετε ότι ξέρετε τους λόγους, αυτοί όμως μπορεί να αποτελούν αποκύημα της φαντασίας σας.
Αυτό το αλλόκοτο συμπέρασμα έχει αναδειχθεί από μελέτες σε ανθρώπους στους οποίους έγινε μια ακραία μορφή χειρουργικής επέμβασης - ο πλήρης αποχωρισμός της παχιάς δέσμης νεύρων που ενώνει τα δύο ημισφαίρια του εγκεφάλου - σε μια προσπάθεια θεραπείας της επιληψίας.
Οι άνθρωποι αυτοί φαίνονται συνήθως μια χαρά, τα έργα όμως που έχουν σχεδιαστεί για τον έλεγχο της συνομιλίας ανάμεσα στα δύο ημισφαίρια μπορεί να αναδείξουν προβλήματα. Σε ένα τεστ, π.χ., οι ερευνητές τούς έδειχναν διάφορες εικόνες σε κάθε μάτι ξεχωριστά και οι ίδιοι έπρεπε να δείχνουν μια παρόμοια εικόνα με το χέρι της ίδιας πλευράς με το μάτι που την έβλεπε.
Οταν ένας εθελοντής είδε ένα χιονισμένο τοπίο με το αριστερό μάτι, διάλεξε την εικόνα ενός φτυαριού για το χιόνι με το αριστερό του χέρι. Οταν όμως του ζητήθηκε να εξηγήσει την επιλογή του, είχε πρόβλημα. Οι ενέργειες του αριστερού ματιού και χεριού του ήταν υπό τον έλεγχο του δεξιού ημισφαιρίου του εγκεφάλου του, αφού κάθε ημισφαίριο ελέγχει την αντίθετη πλευρά του σώματος. Η γλώσσα όμως ελέγχεται από το αριστερό ημισφαίριο, το οποίο δεν μπορούσε να αξιολογήσει την εικόνα που «είδε» το δεξιό ημισφαίριο. Ο εθελοντής επινόησε λοιπόν έναν λόγο ο οποίος δεν είχε καμία σχέση με το χιόνι: είπε ότι το φτυάρι ήταν για να καθαρίσει ένα κοτέτσι, καθώς η τελευταία εικόνα που είχε δει με το αριστερό ημισφαίριο ήταν ένα κοτόπουλο.
Ευρήματα του είδους έχουν οδηγήσει στη θεωρία του «ερμηνευτικού εγκεφάλου», η οποία υποστηρίζει ότι ο εγκέφαλος επινοεί αφηγήσεις σχετικά με τις ενέργειές μας έτσι ώστε να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε τον κόσμο. Ο καθένας μας μπορεί να εμπλακεί σε αυτού του είδους τη μυθοπλασία. Σε μια μελέτη ζητήθηκε από εθελοντές οι οποίοι δεν είχαν υποστεί καμία χειρουργική επέμβαση στον εγκέφαλο να επιλέξουν μια εικόνα ανάμεσα σε πολλές και στη συνέχεια οι ερευνητές τούς ξεγέλασαν ώστε να νομίσουν ότι είχαν διαλέξει μια άλλη εικόνα. Οταν τους ρώτησαν γιατί τη διάλεξαν, οι εξηγήσεις ήταν πειστικές, ήταν όμως εντελώς φανταστικές. Ποιος ξέρει πόσο συχνά η συνείδησή μας μάς κάνει τέτοια κόλπα;
Clare Wilson
Ο ιδιόκτητης του όμως θα έχει αντίληψη όλων αυτών των αισθημάτων αλλά παράλληλα θα έχει ένα επιπλέον επίπεδο διαδικασιών σκέψης επάνω από αυτά. Ως άνθρωποι μπορούμε να έχουμε αντίληψη του ότι αντιλαμβανόμαστε τις βασικές αισθητηριακές πληροφορίες που λαμβάνουμε και αυτό μας επιτρέπει να σκεφτόμαστε σχετικά με την ακρίβεια ή την αξιοπιστία των συναισθημάτων και των κρίσεών μας.
Αυτό μας επιτρέπει να σκεφτόμαστε: «Πόσο κουρασμένος είμαι έπειτα από αυτή τη μεγάλη βόλτα, είναι αυτή η ικανοποιητική κούραση που νιώθεις μετά την άσκηση. Δεν έχω κουραστεί όμως και τόσο ώστε να μην πάω στο μπαρ το βράδυ».
Αυτή η ιδιότητα αναφέρεται συχνά ως εσωαντίληψη ή μεταγνωσιακή ικανότητα. «Είναι η ικανότητα να σκέφτεσαι τον εαυτό σου, να έχεις επίγνωση του εαυτού σου» λέει ο Στιβ Φλέμινγκ ο οποίος μελετά τη συνείδηση στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης. «Αυτό είναι κάτι το οποίο νομίζουμε ότι είναι, αν όχι ένα χαρακτηριστικό μοναδικό στους ανθρώπους, τουλάχιστον ότι αποτελεί μια από τις πιο ανεπτυγμένες ιδιότητες της ανθρώπινης ψυχολογίας».
Ο κ. Φλέμινγκ ονομάζει την ικανότητα αυτή υπερσυνείδηση. «Η μεταγνωσιακή ικανότητα φαίνεται να αποτελεί μάλλον τον πυρήνα τού ποιοι είμαστε».
Παλαιότερες έρευνες σχετικά με τη μεταγνωσιακή ικανότητα έχουν εστιάσει στο αν είναι πραγματικά μοναδική στους ανθρώπους ή αν είναι κοινή σε κάποιον βαθμό στα περισσότερο νοήμονα ζώα. Εχουν υπάρξει ενδείξεις αυτής της ικανότητας στα δελφίνια και στους πιθήκους, για παράδειγμα, αν και οι σκεπτικιστές υποστηρίζουν ότι μπορεί να υπάρχουν άλλες ερμηνείες για αυτά τα αποτελέσματα.
Η απεικόνιση του εγκεφάλου ανθρώπων ενώ διενεργούν μεταγνωσιακά έργα υποδηλώνει ότι η έδρα αυτής της ικανότητας βρίσκεται στον προμετωπιαίο φλοιό μας, στο μπροστινό μέρος του κεφαλιού μας. Η ιδιότητα αυτή είναι όμως δύσκολο να μετρηθεί. Αν ρωτήσουμε π.χ. εθελοντές πόσο βέβαιοι είναι για τις απαντήσεις τους σε ένα τεστ, τα αποτελέσματα μπερδεύονται από τις μεγάλες διαφορές που παρατηρούνται στην ικανότητα των ανθρώπων να κάνουν το τεστ. Τι μετράμε λοιπόν, την ικανότητα ή την αντίληψη αυτής της ικανότητας;
Η ομάδα του κ. Φλέμινγκ επινόησε ένα καίριο επιπλέον βήμα. Το έργο που χρησιμοποίησαν ήταν ένα απλό οπτικό έργο: έδειξαν σε εθελοντές ριγωτά σχήματα σε διάφορες αποχρώσεις του γκρι και τους ρώτησαν ποια είχαν τη μεγαλύτερη αντίθεση. Υστερα από κάθε ερώτηση οι εθελοντές έπρεπε να αξιολογήσουν πόσο βέβαιοι ήταν ότι είχαν επιλέξει τη σωστή απάντηση.
Τυφλή όραση
Μια σημαντική λεπτομέρεια, το τεστ με τις ρίγες είχε προσαρμοστεί ειδικά για κάθε άτομο έτσι ώστε, ανεξάρτητα από το πόσο καλή ήταν η όρασή τους, όλοι απάντησαν σωστά στο 70% των ερωτήσεων. Αυτό σήμαινε ότι η μόνη μεταβλητή για την αξιολόγηση της βεβαιότητας ήταν η μεταγνωσιακή ικανότητα των ανθρώπων και έδωσε την πρώτη απόδειξη στο εργαστήριο ότι αυτή η ικανότητα ποικίλλει σημαντικά από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Εκτός του ότι έκαναν αυτά τα τεστ, οι εθελοντές πέρασαν και από τον εγκεφαλικό τομογράφο και οι απεικονίσεις αποκάλυψαν ότι εκείνοι που είχαν την καλύτερη μεταγνωσιακή ικανότητα είχαν περισσότερη φαιά ουσία σε μια περιοχή στο μπροστινό μέρος του προμετωπιαίου φλοιού η οποία είναι γνωστή ως πρόσθιος προμετωπιαίος φλοιός.
Βρίσκεται ακριβώς πίσω από το μέτωπό μας.
«Τι έχει αυτή η περιοχή που μας δίνει αυτή την ικανότητα;» ρωτάει ο κ. Φλέμινγκ.«Μήπως το γεγονός ότι είναι πιο ανεπτυγμένη στους ανθρώπους σημαίνει ότι έχουμε μια αυτοαντίληψη θεμελιωδώς διαφορετική από των ζώων;».
Ο άλλος κλασικός τρόπος για να κατανοήσουμε πώς λειτουργεί ο εγκέφαλος είναι να βλέπουμε τι συμβαίνει όταν αυτός δεν λειτουργεί όπως θα έπρεπε. Ας πάρουμε για παράδειγμα την «τυφλή όραση», μια σπάνια πάθηση που προκαλείται συνήθως από τραυματισμό στον εγκέφαλο. Οσοι πάσχουν από αυτήν ενεργούν σαν να είναι, από όλες τις απόψεις, τυφλοί. Προσεκτικές εξετάσεις όμως αποκαλύπτουν ότι μπορούν να προσλάβουν τουλάχιστον κάποιες οπτικές πληροφορίες για τον κόσμο σε ασυνείδητο επίπεδο. Οταν, για παράδειγμα, τους ζητούν να μαντέψουν τι αντικείμενο βρίσκεται μπροστά τους οι επιδόσεις τους είναι καλύτερες από ό,τι θα μπορούσαν να είναι αν απαντούσαν τυχαία, παρά το γεγονός ότι επιμένουν ότι δεν βλέπουν τίποτε.
Η τυφλή όραση θεωρείτο πάντοτε ότι προκύπτει από τραύμα στον οπτικό φλοιό, στο πίσω μέρος του εγκεφάλου, εκεί όπου φθάνουν αρχικά οι πληροφορίες από το οπτικό νεύρο. Πρόσφατες μελέτες με απεικονίσεις του εγκεφάλου υποδηλώνουν ωστόσο ότι η βλάβη επηρεάζει επίσης τις συνδέσεις με τον προμετωπιαίο φλοιό, την ίδια περιοχή που ανέδειξαν οι έρευνες του κ. Φλέμινγκ. «Εδώ προκύπτει μια μεγάλη αναθεώρηση» λέει ο Χακουάν Λάου του Πανεπιστημίου Κολούμπια στη Νέα Υόρκη, επικεφαλής της σχετικής μελέτης.
Αυτή η στροφή στην ερμηνεία της τυφλής όρασης δένει πολύ καλά με τα αποτελέσματα του κ. Φλέμινγκ, καθώς η συγκεκριμένη πάθηση αποτελεί μια από τις πλέον καταφανείς περιπτώσεις έλλειψης μεταγνωσιακής ικανότητας που θα μπορούσε να φανταστεί κανείς.
Εκτός ελέγχου
Λιγότερο ακραία «ελαττώματα» στη μεταγνωσιακή ικανότητα μπορούν να σχετίζονται με άλλες, πιο διαδεδομένες διαταραχές όπως η σχιζοφρένεια, η οποία έχει ως συμπτώματα αυταπάτες και παραισθήσεις. «Οι σχιζοφρενείς έχουν πρόβλημα με μια πολύ κεντρική μεταγνωσιακή ικανότητα, αυτή του ότι γνωρίζω ότι είμαι εγώ και γνωρίζω τι κάνω» λέει ηΤζάνετ Μέτκαλφ, επίσης από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια.
Η ερευνήτρια έχει μελετήσει τη μεταγνωσιακή ικανότητα ανθρώπων με σχιζοφρένεια χρησιμοποιώντας ένα απλό παιχνίδι στον ηλεκτρονικό υπολογιστή που βασίζεται σε κινήσεις με τον κέρσορα. Αρχικά οι ασθενείς με σχιζοφρένεια ήταν εξίσου καλοί στο να κρίνουν πόσο καλά τα πήγαν με την ομάδα ελέγχου των υγιών εθελοντών. Οταν όμως η κυρία Μέτκαλφ άρχισε κρυφά να κινεί η ίδια τον κέρσορα, οι εθελοντές της ομάδας ελέγχου γρήγορα κατάλαβαν ότι συνέβαινε κάτι παράξενο. Οι εθελοντές με σχιζοφρένεια αντιθέτως δεν συνειδητοποίησαν ότι είχαν πάψει να είναι πλήρως υπεύθυνοι για τις κινήσεις του κέρσορα.
Ορισμένοι άνθρωποι με σχιζοφρένεια φθάνουν να πιστεύουν ότι άλλοι ελέγχουν τη συμπεριφορά τους ισχυριζόμενοι, για παράδειγμα, ότι τους έχουν εμφυτεύσει ένα μικροτσίπ στο κεφάλι. «Οταν δεν ξέρεις αν ελέγχεις την ίδια σου τη συμπεριφορά μπορείς να είσαι ανοιχτός σε τέτοιου είδους σύνδρομα» λέει η κυρία Μέτκαλφ.
Εκτός του ότι μπορεί να βοηθήσει τους ανθρώπους με σχιζοφρένεια η καλύτερη κατανόηση της μεταγνωσιακής ικανότητας θα μπορούσε να βελτιώσει τη διδασκαλία στα σχολεία. Η κυρία Μέτκαλφ διαπίστωσε ότι τα παιδιά ηλικίας επτά ως έντεκα χρόνων είναι ικανά να κάνουν σωστές μεταγνωσιακές κρίσεις σχετικά με το πόσο καλά γνωρίζουν ένα θέμα, αλλά μπορεί να μην μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτή τη γνώση.
Για παράδειγμα, τα παιδιά αυτής της κατηγορίας προτιμούν να εξακολουθούν να ασχολούνται με ένα θέμα το οποίο ήδη γνωρίζουν παρά να περνούν στο επόμενο. «Θα ήταν ενδιαφέρον να προσπαθήσουμε να διδάξουμε τους δασκάλους πώς να χρησιμοποιούν τη μεταγνωσιακή ικανότητα με αποτελεσματικό τρόπο» λέει η ερευνήτρια.
Η μεταγνωσιακή ικανότητα ενός ατόμου ίσως μπορεί να βελτιωθεί αν του δίνονται πληροφορίες, σε τεστ ανάλογα με τα τεστ που έκανε ο κ. Φλέμινγκ στον ηλεκτρονικό υπολογιστή. Η κυρία Μέτκαλφ ελπίζει ότι κάτι τέτοιοι θα βοηθήσει ανθρώπους με σχιζοφρένια. Ας υποθέσουμε όμως ότι και εμείς οι υπόλοιποι κάναμε την ίδια εκπαίδευση. Θα μας έδινε αυτό μια υπερ-φορτισμένη υπερσυνείδηση;
«Αν ορίζετε τη συνείδηση ως πώς είναι να βλέπει κάποιος το κόκκινο χρώμα, το συγκεκριμένο δεν θα αλλάξει» απαντά ο κ. Φλέμινγκ. «Αν όμως την ορίζετε ως το να μπορεί κάποιος να σκέφτεται σωστά σχετικά με αυτό που βλέπει ή σχετικά με το αν πήρε μια σωστή απόφαση, τότε η εκπαίδευση θα μπορούσε να προσφέρει βελτίωση».
Emma Young
***
«Αλλες» καταστάσεις
Ολα ψέματα
Γιατί διαλέξατε να φορέσετε αυτά τα ρούχα σήμερα το πρωί; Τι σας έκανε να γράψετε τη λίστα με τα πράγματα που πρέπει να κάνετε με αυτή τη σειρά σήμερα; Αλήθεια, πώς καταλήξατε να κάνετε τη δουλειά που κάνετε; Ισως νομίζετε ότι ξέρετε τους λόγους, αυτοί όμως μπορεί να αποτελούν αποκύημα της φαντασίας σας.
Αυτό το αλλόκοτο συμπέρασμα έχει αναδειχθεί από μελέτες σε ανθρώπους στους οποίους έγινε μια ακραία μορφή χειρουργικής επέμβασης - ο πλήρης αποχωρισμός της παχιάς δέσμης νεύρων που ενώνει τα δύο ημισφαίρια του εγκεφάλου - σε μια προσπάθεια θεραπείας της επιληψίας.
Οι άνθρωποι αυτοί φαίνονται συνήθως μια χαρά, τα έργα όμως που έχουν σχεδιαστεί για τον έλεγχο της συνομιλίας ανάμεσα στα δύο ημισφαίρια μπορεί να αναδείξουν προβλήματα. Σε ένα τεστ, π.χ., οι ερευνητές τούς έδειχναν διάφορες εικόνες σε κάθε μάτι ξεχωριστά και οι ίδιοι έπρεπε να δείχνουν μια παρόμοια εικόνα με το χέρι της ίδιας πλευράς με το μάτι που την έβλεπε.
Οταν ένας εθελοντής είδε ένα χιονισμένο τοπίο με το αριστερό μάτι, διάλεξε την εικόνα ενός φτυαριού για το χιόνι με το αριστερό του χέρι. Οταν όμως του ζητήθηκε να εξηγήσει την επιλογή του, είχε πρόβλημα. Οι ενέργειες του αριστερού ματιού και χεριού του ήταν υπό τον έλεγχο του δεξιού ημισφαιρίου του εγκεφάλου του, αφού κάθε ημισφαίριο ελέγχει την αντίθετη πλευρά του σώματος. Η γλώσσα όμως ελέγχεται από το αριστερό ημισφαίριο, το οποίο δεν μπορούσε να αξιολογήσει την εικόνα που «είδε» το δεξιό ημισφαίριο. Ο εθελοντής επινόησε λοιπόν έναν λόγο ο οποίος δεν είχε καμία σχέση με το χιόνι: είπε ότι το φτυάρι ήταν για να καθαρίσει ένα κοτέτσι, καθώς η τελευταία εικόνα που είχε δει με το αριστερό ημισφαίριο ήταν ένα κοτόπουλο.
Ευρήματα του είδους έχουν οδηγήσει στη θεωρία του «ερμηνευτικού εγκεφάλου», η οποία υποστηρίζει ότι ο εγκέφαλος επινοεί αφηγήσεις σχετικά με τις ενέργειές μας έτσι ώστε να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε τον κόσμο. Ο καθένας μας μπορεί να εμπλακεί σε αυτού του είδους τη μυθοπλασία. Σε μια μελέτη ζητήθηκε από εθελοντές οι οποίοι δεν είχαν υποστεί καμία χειρουργική επέμβαση στον εγκέφαλο να επιλέξουν μια εικόνα ανάμεσα σε πολλές και στη συνέχεια οι ερευνητές τούς ξεγέλασαν ώστε να νομίσουν ότι είχαν διαλέξει μια άλλη εικόνα. Οταν τους ρώτησαν γιατί τη διάλεξαν, οι εξηγήσεις ήταν πειστικές, ήταν όμως εντελώς φανταστικές. Ποιος ξέρει πόσο συχνά η συνείδησή μας μάς κάνει τέτοια κόλπα;
Clare Wilson
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου