Δευτέρα 7 Ιουλίου 2014

Επιχείρηση “Παγκόσμια Συνειδητότητα”




Συγγραφέας: Μαριλένα Αβραάμ-Ρέπ

Υπάρχει, άραγε, μια παγκόσμια, διερευνήσιμη και μετρήσιμη «συλλογική συνειδητότητα»; Θα μπορούσαμε να κάνουμε λόγο για μια «πανανθρώπινη νοόσφαιρα»; Είναι δυνατόν το ανθρώπινο είδος να προαισθάνεται, να σκέφτεται και να συμπάσχει από κοινού; Οι ερευνητές και οπαδοί του πολυετούς σχεδίου «Παγκόσμια Συνειδητότητα» (GCP, Global Consciousness Project) φαίνονται αρκετά πεπεισμένοι επισημαίνοντας πως «Υπάρχει μια μη τοπική διασύνδεση των ατομικών συνειδητοτήτων σε ένα υποσυνείδητο επίπεδο» (Nelson, 2008). Ας δούμε όμως τι συμβαίνει στην πράξη.

Το 1995 δολοφονείται ο Ισραηλινός Πρόεδρος Yitzhak Rabin. Tην ίδια ώρα, στην σχολή Μηχανικών του Princeton, ένας γεννήτορας τυχαίων αριθμών (RNG, Random Numbers Generator), μια ηλεκτρονική συσκευή σχεδιασμένη να παράγει αριθμούς που στερούνται λογικού σχεδίου, σημειώνει μια σημαντική απόκλιση από την συνήθη, «τυχαία», συμπεριφορά της. Στατιστικά, η πιθανότητα τα παραπάνω χρονικά συμπίπτοντα συμβάντα να αποτελούν μια απλή σύμπτωση, είναι μικρότερη από μία στις εκατό (McTaggart, 2001). Στα ίδια πλαίσια, η ημέρα που κηδεύεται η λαοφιλής πριγκίπισσα Diana, η Αμερικανική τραγωδία της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001, το δολοφονικό τσουνάμι του 2004, οι συλλογικοί διαλογισμοί στον άγιο Βαλεντίνο στις 14 Φεβρουαρίου του 2009, καθώς και άλλα «συνταρακτικά» γεγονότα, φαίνεται να προκαλούν μια ανώμαλη- αλλά στατιστικά σημαντική- συμπεριφορά σε διάφορα αντίστοιχα μηχανήματα που βρίσκονται διασπαρμένα σε πολλά σημεία του πλανήτη (http://noosphere.princeton.edu/).

Εμπνεόμενος από τα παραπάνω γεγονότα, ο διορατικός ψυχολόγος Roger Nelson συλλαμβάνει σταδιακά ένα ιδιοφυές πείραμα∙ την εκτεταμένη και συστηματική ανίχνευση και μελέτη της παγκόσμιας συνειδητότητας (McTaggart, 2001).

Τα επιστημονικά εργαλεία

Αρχικά, οφείλουμε να τονίσουμε πως οι θεωρητικές βάσεις του εν λόγω πειράματος στηρίζονται στην υπόθεση της μικρο-ψυχοκίνησης, της εμπειρικής παρατήρησης, δηλαδή, πως ορισμένες καταστάσεις συνειδητότητας όπως η εστιασμένη πρόθεση και προσοχή ή η έντονη συναισθηματική φόρτιση, δύνανται να επηρεάσουν υποδόρια ένα ηλεκτρονικό σύστημα όπως είναι ο γεννήτορας τυχαίων αριθμών (Irwin & Watt, 2007).

Στην πράξη, η ευρύτερη έννοια της ψυχοκίνησης περιγράφει την κίνηση με «ανώμαλα μέσα», ανήκει στα «εκφραστικά» παραψυχολογικά φαινόμενα και αναφέρεται σε όλες τις ακούσιες/αυθόρμητες ή εσκεμμένες νοητικές επιδράσεις επί ενός φυσικού συστήματος, ανεξάρτητα από το αν οι επιδράσεις αυτές είναι ορατές με γυμνό μάτι. Με βάση τα παραπάνω, η ψυχοκίνηση διακρίνεται σε μακρο-φαινόμενα (macro-PK), όπως το σταμάτημα ρολογιών ή το λύγισμα κουταλιών, η αιώρηση αντικειμένων ή οι ψυχικές φωτογραφίες, και στα μικρο-φαινόμενα (micro-PK), ο έλεγχος των οποίων απαιτεί εφαρμογή στατιστικών μεθόδων, καθώς οι μικρο-επιδράσεις αυτές δεν είναι ορατές διαφορετικά (Irwin & Watt, 2007).

Ιστορικά, οι απαρχές της συστηματικής επιστημονικής μελέτης της μικρο-ψυχοκίνησης ταυτίζονται με τα πειράματα του παραψυχολόγου ερευνητή Helmut Schmidt, και την κατασκευή γεννητόρων τυχαίων αριθμών (Irwin & Watt, 2007). Στην πράξη, οι γεννήτορες αυτοί αποτελούν ένα ηλεκτρονικό κύκλωμα που στηρίζεται σε τρία στοιχεία: μια ραδιοενεργό πηγή, έναν μετρητή και μια ηλεκτρονική οθόνη απεικόνισης που μοιάζει με ρολόι.

Στα πλαίσια αυτά, ένας δείκτης περιστρέφεται μέσα στην οθόνη-ρολόι μέχρι να πραγματοποιηθεί η εκπομπή του ραδιενεργού σωματιδίου, η οποία και καθηλώνει τον δείκτη σε ένα συγκεκριμένο σημείο. Εδώ πρέπει να σημειωθεί πως το διάστημα ανάμεσα στις διαδοχικές εκπομπές σωματιδίων θεωρείται τυχαίο, και ως εκ τούτου δεν μπορεί να προβλεφθεί προκαταβολικά το ακριβές σημείο της «οθόνης-ρολογιού» στο οποίο θα σταματήσει ο δείκτης. Από την άλλη πλευρά, εάν ένας παρατηρητής καταφέρει- μέσα στα πλαίσια μιας σειράς πολλαπλών δοκιμών- με κάποιο τρόπο να σταματήσει τον δείκτη σε ένα συγκεκριμένο επιθυμητό σημείο πέραν του δείκτη τυχαιότητας, τότε θεωρούμε πως η συνειδητότητα του παρατηρητή έχει επιδράσει ψυχοκινητικά στο σύστημα (Irwin & Watt, 2007).

Τέλος, πρέπει να διευκρινίσουμε πως ενώ η «συνειδητότητα» γενικότερα ορίζεται ως η αίσθηση του εαυτού και η υποκειμενική εμπειρία (Dietrich, 2007) , στην περίπτωση της ψυχοκίνησης πολλές φορές μοιάζει να εκλαμβάνεται ως η αυτόνομη και μάλλον «υπερφυσική» δύναμη και επίδραση του νου (Blackmore, 2001).

Στο σημείο αυτό, λοιπόν, αξίζει να αναρωτηθούμε κατά πόσον τα παραπάνω μπορούν να εφαρμοστούν σε ένα πολύ πιο διευρυμένο πλαίσιο, πέραν του μεμονωμένου, ελεγχόμενου εργαστηριακού περιβάλλοντος. Με λίγα λόγια, υφίσταται, άραγε, μια πανανθρώπινη, παγκόσμια συνειδητότητα; Και αν ναι, πως θα μπορούσαμε να την μελετήσουμε συστηματικά; Θα ήταν, τέλος, εφικτό να δημιουργηθούν «γαιο-ηλεκτρόδια» ικανά να «μετρήσουν» τις αλλαγές στο παγκόσμιο συνειδησιακό δυναμικό; Οι πρωτεργάτες του πειράματος GCP μοιάζουν μάλλον αισιόδοξοι!

Συλλογική Συνειδητότητα: Το Παγκόσμιο Πείραμα

Ο όρος «παγκόσμια συνειδητότητα» (Global Consciousness), γνωστός και ως «συνειδητότητα πεδίου» (field consciousness) (McTaggart, 2001) ή νοόσφαιρα (noo-sphere) (http://noosphere.princeton.edu/), αντανακλά σε μεγάλο βαθμό αυτό που οι γνωστότερες μυστικιστικές παραδόσεις συχνά αποκαλούν «συλλογικό νου»: την εκτεταμένη, με λίγα λόγια, νοητική διασύνδεση μιας μεγάλης μερίδας του παγκόσμιου πληθυσμού που μοιάζει να μοιράζεται κοινές σκέψεις και συναισθήματα μια δεδομένη στιγμή (Nelson R. D., 2008).

Στα πλαίσια αυτά, εμπνεόμενοι από τα αποτελέσματα της μικρο-ψυχοκίνησης, καθώς και από αυθόρμητες μεταβολές της συμπεριφοράς γεννητόρων τυχαίων αριθμών κατά τη διάρκεια ορισμένων «κοσμοϊστορικών» γεγονότων, ο ψυχολόγος Roger Nelson μαζί με ένα ικανό επιτελείο επιστημόνων και μηχανικών, συνέλαβαν την δεκαετία του 1990 ένα ιδυοφυές πείραμα. Το πείραμα αυτό έγινε γνωστό ως «Επιχείρηση Παγκόσμια Συνειδητότητα» (GCP , Global Consciousness Project).

Πρόκειται για μια διεθνή συνεργασία επιστημόνων διαφορετικών ειδικοτήτων, που αποσκοπεί στη διερεύνηση της ύπαρξης παγκόσμιας, συντονισμένης συνειδητότητας, η οποία και αναμένεται να καθίσταται εμφανής όταν συμβαίνουν ζωτικής σπουδαιότητας παγκόσμια γεγονότα.

Συνοπτικά, οι υποθέσεις στις οποίες στηρίζεται το εν λόγω πείραμα μπορούν να διατυπωθούν ως εξής:


1) Το μυαλό διαφορετικών ανθρώπων μπορεί να επικοινωνεί μέσω ενός αγνώστου μηχανισμού, και να σχηματίζει τελικώς έναν «πανανθρώπινο νου».

2) Αυτός ο «υπερ-νους» είναι πιθανόν να προαισθάνεται κρίσιμα γεγονότα πριν αυτά συμβούν, αλλά και να ανταποκρίνεται συγκινησιακά όταν αυτά συμβαίνουν.

3) Ο «συλλογικός» αυτός νους είναι δυνατόν να ασκεί ψυχοκινητικές επιδράσεις, και ως εκ τούτου δύναται να αλλάξει την συμπεριφορά ηλεκτρονικών συστημάτων όπως είναι οι γεννήτορες τυχαίων αριθμών.

4) Οι γεννήτορες τυχαίων αριθμών (RNGs) στηρίζονται σε κβαντικά γεγονότα, παράγοντας τελικά ολοκληρωτικά απρόβλεπτες , τυχαίες αριθμητικές ακολουθίες. Εάν, όμως, ένα μείζον παγκόσμιο γεγονός συγχρονίσει τα συναισθήματα και τις σκέψεις εκατομμυρίων ανθρώπων, οι αριθμητικές αυτές ακολουθίες αναμένονται να είναι περισσότερο δομημένες και μη εξηγήσιμες από τον παράγοντα «τύχη» (Nelson, 2008).


Πώς, όμως, είναι δυνατόν να ελεγχθούν τα παραπάνω; Με μια εκτεταμένη αλυσίδα «γαιο-ηλεκτροδίων» , είναι η απάντηση. Πιο συγκεκριμένα, το πολυετές και ακόμα ενεργό παγκόσμιο πείραμα GCP (Global Consciousness Project) στηρίζεται σε ένα δίκτυο αλληλοσυνδεδεμένων γεννητόρων τυχαίων αριθμών, το οποίο είναι διανεμημένο σε 70 περίπου τοποθεσίες στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης, της Αμερικής, του Καναδά, της Ινδίας, της Νέας Ζηλανδίας, της Ιαπωνίας, της Κίνας, κ.α.

Στην πράξη, οι γεννήτορες αυτοί παράγουν διαρκώς απρόβλεπτες ακολουθίες τυχαίων αριθμών σε δυαδικούς συνδυασμούς του ενός και του μηδενός. Τα αποτελέσματα αυτά καταγράφονται και συγκεντρώνονται σε έναν κεντρικό υπολογιστή, αναρτώνται τελικώς στο Internet και ενημερώνονται κάθε πέντε λεπτά, καθιστώντας έτσι την όλη διαδικασία διαφανή και εξακριβώσιμη από τον καθένα (May & Spottiswoode). Στα ίδια πλαίσια, δεδομένα λαμβάνονται τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια αλλά και ύστερα από ένα «συγκλονιστικό γεγονός», επιτρέποντας έτσι την διερεύνηση της πιθανότητας παγκόσμιων προαισθημάτων ή αμοιβαίου, συλλογικού «συμπάσχειν».

Πώς είναι όμως δυνατόν να γνωρίζουμε, ποιο είναι το ακριβές εκείνο γεγονός, που τη δεδομένη στιγμή συγκλόνισε τον κόσμο; Ο Νelson στην ερώτηση αυτή απαντά, πως η post-facto επιλογή της αντιστοίχισης ανάμεσα στις μεταβολές των γεννητόρων και των υποτιθέμενων γεγονότων που τις προκάλεσαν, προσδιορίζεται από την θεωρούμενη σπουδαιότητα των γεγονότων αυτών, σε συνάρτηση με τις διαστάσεις που αυτά παίρνουν από τα μέσα ενημέρωσης (Nelson, 2008).

Στην περίπτωση της πολυ-προβεβλημένης κηδείας την πριγκίπισσας Diana, για παράδειγμα, παρατηρεί ο Nelson, « ευρήματα από 12 ανεξάρτητες εγγραφές σε διαφορετικές τοποθεσίες στην Ευρώπη και Αμερική υπέδειξαν μια ανώμαλη επίδραση στους γεννήτορες, που θα μπορούσε να αποδοθεί στην τύχη μόνο μία φορά στις 100» http://www.skepdic.com/globalconsciousness.html).

Από την άλλη πλευρά, η κηδεία της μητέρας Τερέζα, μιας άλλης εξίσου λαοφιλούς προσωπικότητας, δεν φάνηκε να δίνει στατιστικώς σημαντικά αποτελέσματα στους γεννήτορες. Πώς θα μπορούσε, λοιπόν, να εξηγηθεί μια τέτοια διαφορά; Οι ερευνητές φαίνεται να αποδίδουν την παραπάνω ασυμφωνία στη φύση των δυο θανάτων και στα επακόλουθα συναισθήματα που αυτοί προκάλεσαν. Πιο συγκεκριμένα, ο θάνατος της νεαρής πριγκίπισσας θεωρήθηκε αιφνίδιος, τραγικός και άδικος, προκαλώντας συνεπώς αισθήματα οργής και αγανάκτισης, ενώ το τέλος της μητέρας Τερέζα, μάλλον θεωρήθηκε ως λογικό επακόλουθο της προχωρημένης ηλικίας της.

«Τα παγκόσμια εκείνα γεγονότα που εγείρουν φόβο/αγωνία, θετικά συναισθήματα, ή αγάπη/συμπόνοια, αναμένονται να είναι εκείνα που «συγκλονίζουν» την νοόσφαιρα σε αντίθεση με πιο ουδέτερες καταστάσεις», συμπεραίνει τελικώς ο Nelson (2008).


Η άλλη άποψη

Πριν οδηγηθούμε σε κάποιο συμπέρασμα, οφείλουμε πρώτα να αναζητήσουμε οποιαδήποτε μορφή επιστημονικού αντιλόγου. Κατ’αρχήν, η βασικότερη επίκριση που υφίσταται το εν λόγω πείραμα, αφορά βασικώς την post-facto διερευνητική μεθοδολογία, καθώς καί το είδος ελέγχων που εφαρμόζουν οι αρμόδιοι ερευνητές.

Στα πλαίσια αυτά λοιπόν, πολλοί μελετητές, καταδικάζουν εξαρχής οποιαδήποτε νύξη περί «συλλογικής συνειδητότητας», υποστηρίζοντας, ότι οι στατιστικές αναλύσεις των υποτιθέμενων «εντυπωσιακών» ευρημάτων είναι απλούστατα λανθασμένες ή ακατάλληλες (Irwin & Watt, 2007). Επίσης, επισημαίνουν τους κινδύνους και τις μεροληψίες που συνεπάγεται μια post-facto ανάλυση των ήδη πεπραγμένων (Scargle, 2002). Επιπλέον, ορισμένοι υλιστές ερευνητές, όπως η παραψυχολόγος και σκεπτικίστρια Susan Βlackmore, αμφισβητούν την ίδια την έννοια της ατομικής συνειδητότητας- πόσο μάλλον της συλλογικής!- παρατηρώντας πως

« [...] Οτιδήποτε μπορεί να ευθύνεται, όπως ο μυικός τόνος, οι προσδοκίες, η λειτουργία ενός συγκεκριμένου νευρικού κυκλώματος. Εάν υπάρχει ψυχοκίνηση, μπορεί να συνδέεται με οτιδήποτε από αυτά. Για παράδειγμα ίσως να ευθύνεται μια άγνωστη δύναμη, πάντως κάτι τέτοιο δεν έχει να κάνει με την συνειδητότητα ή την υποκειμενικότητα [...] Η ιδέα ενός ξεχωριστού συνειδητού εαυτού είναι λανθασμένη».

Τέλος, εύλογα, σκεπτικιστές, επικριτές αλλά και αναποφάσιστοι, αναμένουν ακόμα μια λογική εξήγηση για όλες εκείνες τις παρελθούσες κοσμοϊστορικές φυσικές καταστροφές, τις κρίσιμες αστρολογικές στιγμές ή τούς μαζικούς πνευματικούς διαλογισμούς, που συγκλόνισαν τον κόσμο, αλλά… άφησαν ανέπαφους τους γεννήτορες τυχαίων αριθμών

Τι συμβαίνει σήμερα;

Τι συμβαίνει όμως τελικά σήμερα, 15 περίπου χρόνια μετά την έναρξη του φιλόδοξου αυτού παγκοσμίου πειράματος; Υπάρχει τελικώς μια συλλογική συνειδητότητα ικανή, όχι μόνο να αντιδρά συναισθηματικά στα παγκόσμια τεκταινόμενα, αλλά και να ασκεί ψυχοκινητική επίδραση σε άψυχες μηχανές τυχαίων αριθμών;

Επιστήμονες, όπως ο Roger Nelson και o Dean Radin, μοιάζουν μάλλον αισιόδοξοι! «Η συλλογική συνειδητότητα υπονοεί πως, όταν ένας μεγάλος αριθμός ατόμων επικεντρώνει τη σκέψη του στο ίδιο πράγμα, επηρεάζει τον κόσμο σε ευρεία κλίμακα», τονίζει ο τελευταίος (Radin, 1997, όπως αναφέρεται στο http://www.skepdic.com/globalconsciousness.html).

Ετσι λοιπόν, κατόπιν σωρείας στατιστικών αναλύσεων και μετα-αναλύσεων όλων εκείνων των δεδομένων που έχουν συγκεντρωθεί από το 1998 μέχρι και σήμερα, οι υποστηρικτές της επιχείρησης «Παγκόσμια Συνειδητότητα» συμπεραίνουν πως:

1) Ενας άγνωστος μηχανισμός συνδέει την ανθρώπινη συνειδητότητα με τα «φυσικά συστήματα», οδηγώντας σε εμφανείς αλλαγές στην συμπεριφορά των συστημάτων αυτών

2)Υπάρχει μια μη τοπική (non-local) διασύνδεση των ατομικών συνειδητοτήτων σε ένα υποσυνείδητο επίπεδο, διαμορφώνοντας τελικώς μια «συλλογική συνειδητότητα». Συνεπώς, τα ευρήματα υποδηλώνουν πως υφίσταται μια αναδυόμενη «νοόσφαιρα», ένα συγκεντρωτικό, εν ολίγοις, πεδίο συνειδητότητας, όπως αυτό που περιγράφεται αιώνες τώρα, σε διαφορετικές κουλτούρες και μυστικιστικές παραδόσεις

3) Η παγκόσμια αυτή συνειδητότητα, εν τέλει, πάλλεται και ανταποκρίνεται συναισθηματικά στα κρίσιμα παγκόσμια γεγονότα με τον ίδιο τρόπο που ανταποκρίνεται συνήθως η ατομική ή ομαδική συνειδητότητα.


Αναφορές:
Blackmore, S. (2001). What can the paranormal teach us about consciousness? Skeptical Inquirer , 25 (2), 22-27.

Dietrich, A. (2007). Introduction to consciousness: Neuroscience, cognitive science, and philosophy.Basingstoke: Palgrave Macmillan.

Irwin, H. J., & Watt, C. A. (2007). An introduction to parapsychology.North Carolina: McFarland&Company, Inc., Publishers.

May, E. C., & Spottiswoode, J. P. (n.d.). Global consciousness project: An independent analysis of the 11 September 2001 events. Retrieved August 30, 2013, from LFR: Laboratories for Fundamental Research: http://www.lfr.org/LFR/csl/library/Sep1101.pdf

McTaggart, L. (2001). The field.London: Element.

Nelson, R. D. (2008). The emotional nature of global consciousness. Bial Foundation 7th Symposium, (pp. 1-12).

Nelson, R. (n.d.). The global consciousness project. Retrieved 2013, from Global Consciousness Project: http://noosphere.princeton.edu/papers/goldenthread/gcp-3.pdf

Scargle, J. D. (2002). Was there evidence of global consciousness on September 11, 2001? Journal of Scientific Exploration , 16 (4), 571-577.

http://noosphere.princeton.edu/

http://www.skepdic.com/globalconsciousness.html



Who is Who: Η Μαριλένα Αβραάμ-Ρέπα είναι ψυχολόγος (Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών) με μεταπτυχιακό στην «Υπερπροσωπική Ψυχολογία και Σπουδές Συνειδητότητας» από το πανεπιστήμιο του Northampton στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ο κλάδος της ειδικεύεται σε επιστημονικά, και συχνά περιθωριοποιημένα, ζητήματα όπως η παραψυχολογία και η πνευματικότητα, αλλά και σε πιο συμβατικά, όπως οι σύγχρονες νευροψυχολογικές προσεγγίσεις και η φιλοσοφία του νου.

Σημείωση: Το άρθρο αυτό της Μαριλένας Αβραάμ Ρέπα πρωτοδημοσιεύτηκε στο εβδομαδιαίο περιοδικό του Ελεύθερου Τύπου, τα “Φαινόμενα”.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου