Σε κάθε σχέση υπάρχει μια σταθερή ποσότητα ενέργειας που χρειάζεται για να υπάρχει η σχέση και να είναι ισορροπημένη έτσι ώστε τα μέλη της να αισθάνονται όμορφα και γεμάτα μέσα σε αυτήν. Η ενέργεια αυτή κινείται συνεχώς, τροφοδοτείται και συντηρείται από τα μέλη της σχέσης με διάφορους τρόπους. Κάποιες φορές ο ένας τροφοδοτεί περισσότερο, ο άλλος λιγότερο και εναλλάξ. Και όλα βαίνουν καλώς όταν η ενέργεια αυτή παραμένει σταθερή ως προς την «ποσότητα» της.
Όταν η ποσότητα αυτή μειώνεται αρχίζουν να δημιουργούνται διάφορα θέματα όπως θυμός, συγκρούσεις, διαμάχες, απομάκρυνση μελών. Τότε η σχέση δυσλειτουργεί. Και αυτά τα συμπτώματα είναι απλά μια ασυνείδητη αντίδραση των μελών να επανακτήσουν αυτή την ισορροπία. Συνήθως το μέλος που αισθάνεται ότι η ενέργεια έχει διαταραχθεί, τείνει να εκδηλώνει πρώτο αυτά τα συμπτώματα. Συχνά αντιλαμβάνεται ότι το άλλο άτομο δεν προσφέρει την ποσότητα που του αντιστοιχεί έτσι ώστε η σχέση να παραμείνει ενεργειακά ισορροπημένη.
Για παράδειγμα, ένας γονιός είναι απορροφημένος με τα προβλήματα την δουλειά του και όταν έρχεται το παιδί από το σχολείο, επικεντρώνεται σε κάποια τυπικά καθημερινά καθήκοντα και υποχρεώσεις. Η αίσθηση που έχει ένα φιλί, ένα χάδι, είναι διαφορετική, ο τόνος της ομιλίας είναι πιο βαρύς, πιο επιβλητικός, πιο σοβαρός, χωρίς κάποιο χρωματισμό και γλυκύτητα. Ο τρόπος με το οποίο θα του προσφέρει ένα φαγητό, είναι πιο απότομος, πιο απρόσωπος χωρίς να συνοδεύεται από μια γλύκα στο πρόσωπο, μια γλύκα και απαλότητα στις κινήσεις . Όλα φανερώνουν το ελλιπές ποσό ενέργειας που δίνει ο γονιός σε αυτή τη σχέση (γονιός-παιδί).
Αντίστοιχα σε μια σχέση συντρόφων. Αν ο ένας σύντροφος έχει κάτι που τον προβληματίζει ή τον αγχώνει και απασχολεί πολύ το μυαλό του, γυρνάει σπίτι του με βαρύ, άκαμπτο σώμα. Ακόμα και το φιλί (αν υπάρχει) με το έτερον ήμισυ, θα είναι πολύ άτονο, άχρωμο, τα χαρακτηριστικά του προσώπου τραχιά και άγρια. Καμία ενέργεια δεν προσφέρεται στη σχέση από το προβληματισμένο άτομο. Και σαν φυσικό επακόλουθο το άλλο άτομο παρουσιάζει τα γνωστά συμπτώματα….
Έτσι ξεκινάνε τα θέατρα ελέγχου που έχει αναφέρει ο Redfield στο βιβλίο του «Ουράνια Προφητεία».
Δηλαδή το άτομο που αισθάνεται ότι η ενέργεια δεν ρέει στη σχέση γιατί έχει μπλοκαριστεί από το άλλο, στην προσπάθεια του να επιφέρει πάλι την επιθυμητή ισορροπία, υιοθετεί κάποιους ρόλους, όπως του ανακριτή, του θύματος, του απόμακρου, του τρομοκράτη. Στην ουσία ζητά την ανταλλαγή ενέργειας και αυτοί οι ρόλοι αποτελούν ένα μέσο για να κινηθεί η ενέργεια και πάλι.
Γι’ αυτό βλέπουμε πολύ συχνά σχέσεις που τα άτομα έχουν μπει σε αυτούς τους ρόλους, μπορεί βέβαια οι σχέσεις να μην λειτουργούν ομαλά και να μην αισθάνονται τα μέλη καλά μέσα σε αυτή, αλλά η σχέση διατηρείται και συντηρείται έτσι και υπάρχει μια μη υγιή ισορροπία στην ενέργεια που ανταλλάσσεται. Και πολλές φορές παρατηρούμε σχέσεις χρόνων να λειτουργούν κάτω από αυτά τα πλαίσια.
Και γι’ αυτό είναι πολύ δύσκολο να σπάσουν αυτά τα πλαίσια και τα άτομα να μπορέσουν να λειτουργήσουν ξανά με υγιές τρόπο μέσα στην σχέση. Δεν γνωρίζουν πως. Αυτοί οι ρόλοι τους εξυπηρετούν, τι θα γίνει αν αλλάξουν;; Πως θα επιτευχθεί ξανά η ισορροπία;;
Παρόλα αυτά όμως η ενέργεια σε μια σχέση μπορεί να δοθεί ακόμα και κάτω από συνθήκες που η διάθεση είναι χάλια, που υπάρχει έντονος προβληματισμός και άγχος.
Η ενέργεια που δίνουμε στη σχέση δεν έχει να κάνει τόσο με την διάθεση μας όσο με την ειλικρίνεια μας και ότι δεν κλεινόμαστε στον εαυτό μας, δηλαδή δεν στερούμαι την ενέργεια από την σχέση μας με τον άλλον άνθρωπο.
Πχ. πόσες φορές δεν έχουμε βγει για καφέ με ένα φίλο και ενώ είμαστε χάλια έχουμε νιώσει ότι ανταλλάσσετε η απαιτούμενη ενέργεια μεταξύ μας και μετά είμαστε καλύτερα;
Απλά όταν ανοιγόμαστε στο άλλο άτομο και του λέμε τι μας συμβαίνει τότε η ενέργεια ρέει. Όταν η ενέργεια δεν ρέει υπάρχει πρόβλημα.
Ακόμα και να παραδεχτούμε ότι δεν είμαστε σε καλή διάθεση και θέλουμε να μείνουμε μόνοι μας, για κάποιο χρονικό διάστημα με τόνο και χροιά φωνής που βγαίνει από την ανάγκη μας και την κατανόηση της ανάγκης μας, κινεί την ενέργεια.
Χρειάζεται ειλικρίνεια προς εαυτόν και αποδοχή αυτού που μας συμβαίνει. Ειλικρίνεια να παραδεχτούμε και να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν είμαστε καλά, και ότι είναι εντάξει που αισθανόμαστε έτσι. Ότι είμαστε αποδεκτοί και αγαπητοί και κάτω από αυτές τις συνθήκες και ότι δεν είμαστε υποχρεωμένοι να είμαστε πάντα χαρούμενοι και διαθέσιμοι. Είμαστε άνθρωποι και ως εκ τούτου, ότι μας συμβαίνει είναι λογικό και αποδεκτό. Όταν το καταλάβουμε και το νιώσουμε αυτό, τότε θα είμαστε σε φάση να το εκφράσουμε και στο άλλο άτομο και να μας καταλάβει και να μας αποδεχτεί επίσης. Συνήθως όμως προσπαθούμε να πούμε στο άλλο άτομο αυτό που μας συμβαίνει χωρίς πρώτα να το έχουμε αποδεχτεί εμείς πρώτοι και τότε ο τρόπος που το επικοινωνούμε είναι γεμάτος ενοχές και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, ο τόνος της φωνής μας να είναι είτε απαιτητικός, είτε κοφτός είτε απότομος με ένα στυλ που φωνάζει «άσε με ήσυχο τώρα». Και ως φυσικό επακόλουθο το άλλο άτομο δεν το δέχεται.
Το κλείσιμο στον εαυτό και η αποφυγή του να εκφράσουμε πως αισθανόμαστε, έχει να κάνει και με την περηφάνια. Περηφάνια γιατί έχουμε τοποθετήσει τον εαυτό μας πολύ ψηλά και θεωρούμε ότι είτε κανείς δεν μπορεί να μας βοηθήσει, είτε δεν αποδεχόμαστε ότι μπορεί εμείς να αισθανόμαστε τώρα έτσι. Έχοντας μια ιδανική εικόνα για τον εαυτό δεν του επιτρέπουμε στην ουσία να αισθάνεται όπως αισθάνεται. Θεωρούμε ότι δεν αρμόζει στην εικόνα που έχουμε εμείς για εμάς ή στην εικόνα που νομίζουμε ότι έχουν οι άλλοι για εμάς.
Θέλει ταπεινότητα για να μπορέσουμε να παραδεχτούμε ότι δεν είμαστε καλά, να εκφράσουμε ότι κάτι μας απασχολεί και ναι μας αποσυντονίζει. Και όταν συμβεί αυτό το άνοιγμα, η ενέργεια ρέει και δεν χαλάει η ενεργειακή ισορροπία της σχέσης.
Είναι θλιβερό που καταντάμε τις σχέσεις μας δυσαρμονικές γιατί δεν μπορούμε να δεχτούμε την ανθρώπινη ευάλωτη πλευρά μας.
Από την άλλη, δεν μπορούμε να δίνουμε στον άλλον χρόνο και ενέργεια μόνο όταν είμαστε καλά και έχουμε καλή διάθεση, όταν έχουμε τακτοποιήσει τις υποθέσεις μας και έχουμε ξεδιαλύνει τους προβληματισμούς μας. Σε κοντινές σχέσεις, οφείλουμε να το κάνουμε έτσι και αλλιώς με το λιγότερο ίσως χρόνο, καμιά φορά, αλλά με όσο περισσότερη ενέργεια μπορούμε. Δηλαδή και την μια στιγμή που θα μιλήσουμε μαζί του ή θα τον δούμε, να είμαστε εκεί, ολοκληρωτικά. Όλο μας το σώμα να μαρτυράει την παρουσία μας. Αυτό ζητάει και ο άλλος. Αυτό ζητάει σαν ενέργεια η σχέση και πρέπει να βρούμε το τρόπο έτσι ώστε να το πετύχουμε, το οφείλουμε σε εμάς και στον άλλο άνθρωπο.
Και έτσι αυξάνει και η δική μας ενέργεια και ανατροφοδοτείται. Γιατί αν δεν διστάσουμε να δώσουμε ενέργεια στη σχέση και η σχέση θα μας της ανταποδώσει στο πολλαπλάσιο. Αρκεί να μην φοβηθούμε να αφεθούμε ολοκληρωτικά στη στιγμή της επαφής, στη στιγμή της συνάντησης, στη στιγμή της ομιλίας.
Γιατί, το να μην θέλουμε να δώσουμε ενέργεια στον άλλον με την δικαιολογία ότι έχουμε τα «δικά» μας, αυτό ενισχύει την αίσθηση της χωριστικότητας και μας αποκόπτει από το Ολον. Αν όμως αφεθούμε στη στιγμή με τον άλλον, αυτόματα βγαίνουμε από την αυταπάτη της χωριστικότητας και συνδεόμαστε με το Ολον γιατί και ο άλλος είναι μέρος του Όλου και το άνοιγμα προς αυτόν είναι και άνοιγμα δικό μας προς την Ροή της ενέργειας που υπάρχει εκεί. Και η επαφή με αυτή την ενέργεια μας εμπλουτίζει και μας ενδυναμώνει. Γιατί μέσω της ενότητας μας με το Ολον ερχόμαστε σε επαφή με όλες τις λύσεις των προβλημάτων, με όλες τις εμπνεύσεις και όλες τις δυναμικές που υπάρχουν εκεί. Και τότε όλα είναι εφικτά.
Ας μην στερούμε τον εαυτό μας από αυτή τη ροή.
Αυτός είναι και ο λόγος που τα παιδιά αισθανόμαστε να μας ταλαιπωρούν και να μας ρουφάνε ενέργεια. Γιατί δεν αφηνόμαστε ουσιαστικά στην στιγμή μαζί τους. Αλλά τελικά για αυτό έχουν έρθει. Για να μας βοηθήσουν να μάθουμε. Γι’ αυτο και μας ζορίζουν με τις απαιτήσεις τους, με τις ζημιές τους, με τις αταξίες τους, γιατί μας ζητάνε να τους δώσουμε προσοχή, ουσιαστική-ποιοτική προσοχή και όχι τυπική. Και μόνο όταν το καταφέρουν αυτό, θα μας αφήσουν ήσυχους. Αλλά και εμείς τότε θα νιώθουμε γεμάτοι και πλήρεις, όχι γιατί μας αφήσαν ήσυχους, αλλά γιατί ανοιχτήκαμε στην Ενότητα, στη ροή της ενέργειας και ξεφύγαμε προς στιγμή από τη δική μας κλειστή και καλά προστατευμένη ατομικότητα.
Γι’ αυτο και οι σχέσεις καταλήγουν δυσαρμονικές γιατί επιμένουμε να κρατάμε καλά προστατευμένη την ατομικότητα μας, μια ατομικότητα συνυφασμένη με την περηφάνια, την αίσθηση της χωριστικότητας και του εγωκεντρισμού. Ενός εγωκεντρισμού που υποθάλπει την πεποίθηση ότι «Εγώ είμαι στο κέντρο και τα προβλήματα μου έχουν περισσότερη αξία από κάθε τι άλλο για να ασχοληθώ και να αφιερώσω χρόνο».
Έτσι όμως συντηρούμε το πρόβλημα, συντηρούμε την κακή διάθεση, συντηρούμε το άγχος και το μπέρδεμα που αισθανόμαστε μεγαλώνει. Δεν αφήνουμε χώρο να έρθει φρέσκια ενέργεια σε εμάς. Επιμένουμε να δίνουμε ενέργεια και να τροφοδοτούμε το πρόβλημα με αποτέλεσμα να μην μένει ενέργεια για να πάει κάπου αλλού. Κλεινόμαστε στον εαυτό μας, ταμπουρωνόμαστε στο κόσμο μας και όχι μόνο δεν θέλουμε να βγούμε από εκεί αλλά και με την συμπεριφορά μας αποτρέπουμε και οποιαδήποτε προσέγγιση από άλλον άνθρωπο.
Όμως όταν η προσοχή μας αποσπάται σε κάτι άλλο, το πρόβλημα υποχωρεί ή λύνεται. Αλλά ακόμα και αν δεν λυθεί η κατάσταση δεν είναι τόσο ασφυκτική όσο πριν και μπορούμε πιο εύκολα να το διαχειριστούμε ακόμα και αν το γεγονός σαν γεγονός παραμένει, δεν είναι πια τόσο έντονα συναισθηματικά φορτισμένο. Πόσο συχνά όμως μπορούμε να το κάνουμε αυτό συνειδητά;; Δηλαδή συνειδητά να αφήσουμε το δικό μας πρόβλημα και να επικοινωνήσουμε με τον άλλο άνθρωπο, είτε συζητώντας μαζί του το πρόβλημα μας, είτε απλά στρέφοντας την προσοχή μας στον άλλον προσφέροντας του λίγο ποιοτικό χρόνο, λίγη προσοχή. Ουσιαστική προσοχή όμως που φτάνει στα όρια να ξεχάσουμε τον εαυτό μας, να «χαθούμε» μέσα στην στιγμή της επαφής μαζί του και να προσεγγίσουμε τον δικό του κόσμο.
Συνήθως δεν το κάνουμε, γι’ αυτό και οι σχέσεις μας με τους ανθρώπους γύρω μας δημιουργούν ρωγμές. Και συνήθως τότε είναι που εμφανίζονται σημεία τριβής.
Μερικά παραδείγματα από την σχέση μας με τα παιδιά μας, με το σύντροφο μας είναι αρκετά για να το καταλάβουμε.
Αλλά αυτός είναι και ο λόγος που δημιουργούμε σχέσεις. Γιατί μέσω των τριβών μαθαίνουμε να διαχειριζόμαστε την ενέργεια μας, μαθαίνουμε το πώς πρέπει να την διευθύνουμε και το πώς μπορούμε να ανανεωθούμε και να επαναφορτιστούμε. Γιατί μέσω των σχέσεων και το άνοιγμα μας προς το άλλο άτομο, μπορούμε να επιτύχουμε την ενότητα, μπορούμε να προσεγγίσουμε το Όλον, μπορούμε να προσεγγίσουμε την ενέργεια που χρειαζόμαστε για να πάμε παρακάτω.
Όταν η ποσότητα αυτή μειώνεται αρχίζουν να δημιουργούνται διάφορα θέματα όπως θυμός, συγκρούσεις, διαμάχες, απομάκρυνση μελών. Τότε η σχέση δυσλειτουργεί. Και αυτά τα συμπτώματα είναι απλά μια ασυνείδητη αντίδραση των μελών να επανακτήσουν αυτή την ισορροπία. Συνήθως το μέλος που αισθάνεται ότι η ενέργεια έχει διαταραχθεί, τείνει να εκδηλώνει πρώτο αυτά τα συμπτώματα. Συχνά αντιλαμβάνεται ότι το άλλο άτομο δεν προσφέρει την ποσότητα που του αντιστοιχεί έτσι ώστε η σχέση να παραμείνει ενεργειακά ισορροπημένη.
Για παράδειγμα, ένας γονιός είναι απορροφημένος με τα προβλήματα την δουλειά του και όταν έρχεται το παιδί από το σχολείο, επικεντρώνεται σε κάποια τυπικά καθημερινά καθήκοντα και υποχρεώσεις. Η αίσθηση που έχει ένα φιλί, ένα χάδι, είναι διαφορετική, ο τόνος της ομιλίας είναι πιο βαρύς, πιο επιβλητικός, πιο σοβαρός, χωρίς κάποιο χρωματισμό και γλυκύτητα. Ο τρόπος με το οποίο θα του προσφέρει ένα φαγητό, είναι πιο απότομος, πιο απρόσωπος χωρίς να συνοδεύεται από μια γλύκα στο πρόσωπο, μια γλύκα και απαλότητα στις κινήσεις . Όλα φανερώνουν το ελλιπές ποσό ενέργειας που δίνει ο γονιός σε αυτή τη σχέση (γονιός-παιδί).
Αντίστοιχα σε μια σχέση συντρόφων. Αν ο ένας σύντροφος έχει κάτι που τον προβληματίζει ή τον αγχώνει και απασχολεί πολύ το μυαλό του, γυρνάει σπίτι του με βαρύ, άκαμπτο σώμα. Ακόμα και το φιλί (αν υπάρχει) με το έτερον ήμισυ, θα είναι πολύ άτονο, άχρωμο, τα χαρακτηριστικά του προσώπου τραχιά και άγρια. Καμία ενέργεια δεν προσφέρεται στη σχέση από το προβληματισμένο άτομο. Και σαν φυσικό επακόλουθο το άλλο άτομο παρουσιάζει τα γνωστά συμπτώματα….
Έτσι ξεκινάνε τα θέατρα ελέγχου που έχει αναφέρει ο Redfield στο βιβλίο του «Ουράνια Προφητεία».
Δηλαδή το άτομο που αισθάνεται ότι η ενέργεια δεν ρέει στη σχέση γιατί έχει μπλοκαριστεί από το άλλο, στην προσπάθεια του να επιφέρει πάλι την επιθυμητή ισορροπία, υιοθετεί κάποιους ρόλους, όπως του ανακριτή, του θύματος, του απόμακρου, του τρομοκράτη. Στην ουσία ζητά την ανταλλαγή ενέργειας και αυτοί οι ρόλοι αποτελούν ένα μέσο για να κινηθεί η ενέργεια και πάλι.
Γι’ αυτό βλέπουμε πολύ συχνά σχέσεις που τα άτομα έχουν μπει σε αυτούς τους ρόλους, μπορεί βέβαια οι σχέσεις να μην λειτουργούν ομαλά και να μην αισθάνονται τα μέλη καλά μέσα σε αυτή, αλλά η σχέση διατηρείται και συντηρείται έτσι και υπάρχει μια μη υγιή ισορροπία στην ενέργεια που ανταλλάσσεται. Και πολλές φορές παρατηρούμε σχέσεις χρόνων να λειτουργούν κάτω από αυτά τα πλαίσια.
Και γι’ αυτό είναι πολύ δύσκολο να σπάσουν αυτά τα πλαίσια και τα άτομα να μπορέσουν να λειτουργήσουν ξανά με υγιές τρόπο μέσα στην σχέση. Δεν γνωρίζουν πως. Αυτοί οι ρόλοι τους εξυπηρετούν, τι θα γίνει αν αλλάξουν;; Πως θα επιτευχθεί ξανά η ισορροπία;;
Παρόλα αυτά όμως η ενέργεια σε μια σχέση μπορεί να δοθεί ακόμα και κάτω από συνθήκες που η διάθεση είναι χάλια, που υπάρχει έντονος προβληματισμός και άγχος.
Η ενέργεια που δίνουμε στη σχέση δεν έχει να κάνει τόσο με την διάθεση μας όσο με την ειλικρίνεια μας και ότι δεν κλεινόμαστε στον εαυτό μας, δηλαδή δεν στερούμαι την ενέργεια από την σχέση μας με τον άλλον άνθρωπο.
Πχ. πόσες φορές δεν έχουμε βγει για καφέ με ένα φίλο και ενώ είμαστε χάλια έχουμε νιώσει ότι ανταλλάσσετε η απαιτούμενη ενέργεια μεταξύ μας και μετά είμαστε καλύτερα;
Απλά όταν ανοιγόμαστε στο άλλο άτομο και του λέμε τι μας συμβαίνει τότε η ενέργεια ρέει. Όταν η ενέργεια δεν ρέει υπάρχει πρόβλημα.
Ακόμα και να παραδεχτούμε ότι δεν είμαστε σε καλή διάθεση και θέλουμε να μείνουμε μόνοι μας, για κάποιο χρονικό διάστημα με τόνο και χροιά φωνής που βγαίνει από την ανάγκη μας και την κατανόηση της ανάγκης μας, κινεί την ενέργεια.
Χρειάζεται ειλικρίνεια προς εαυτόν και αποδοχή αυτού που μας συμβαίνει. Ειλικρίνεια να παραδεχτούμε και να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν είμαστε καλά, και ότι είναι εντάξει που αισθανόμαστε έτσι. Ότι είμαστε αποδεκτοί και αγαπητοί και κάτω από αυτές τις συνθήκες και ότι δεν είμαστε υποχρεωμένοι να είμαστε πάντα χαρούμενοι και διαθέσιμοι. Είμαστε άνθρωποι και ως εκ τούτου, ότι μας συμβαίνει είναι λογικό και αποδεκτό. Όταν το καταλάβουμε και το νιώσουμε αυτό, τότε θα είμαστε σε φάση να το εκφράσουμε και στο άλλο άτομο και να μας καταλάβει και να μας αποδεχτεί επίσης. Συνήθως όμως προσπαθούμε να πούμε στο άλλο άτομο αυτό που μας συμβαίνει χωρίς πρώτα να το έχουμε αποδεχτεί εμείς πρώτοι και τότε ο τρόπος που το επικοινωνούμε είναι γεμάτος ενοχές και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, ο τόνος της φωνής μας να είναι είτε απαιτητικός, είτε κοφτός είτε απότομος με ένα στυλ που φωνάζει «άσε με ήσυχο τώρα». Και ως φυσικό επακόλουθο το άλλο άτομο δεν το δέχεται.
Το κλείσιμο στον εαυτό και η αποφυγή του να εκφράσουμε πως αισθανόμαστε, έχει να κάνει και με την περηφάνια. Περηφάνια γιατί έχουμε τοποθετήσει τον εαυτό μας πολύ ψηλά και θεωρούμε ότι είτε κανείς δεν μπορεί να μας βοηθήσει, είτε δεν αποδεχόμαστε ότι μπορεί εμείς να αισθανόμαστε τώρα έτσι. Έχοντας μια ιδανική εικόνα για τον εαυτό δεν του επιτρέπουμε στην ουσία να αισθάνεται όπως αισθάνεται. Θεωρούμε ότι δεν αρμόζει στην εικόνα που έχουμε εμείς για εμάς ή στην εικόνα που νομίζουμε ότι έχουν οι άλλοι για εμάς.
Θέλει ταπεινότητα για να μπορέσουμε να παραδεχτούμε ότι δεν είμαστε καλά, να εκφράσουμε ότι κάτι μας απασχολεί και ναι μας αποσυντονίζει. Και όταν συμβεί αυτό το άνοιγμα, η ενέργεια ρέει και δεν χαλάει η ενεργειακή ισορροπία της σχέσης.
Είναι θλιβερό που καταντάμε τις σχέσεις μας δυσαρμονικές γιατί δεν μπορούμε να δεχτούμε την ανθρώπινη ευάλωτη πλευρά μας.
Από την άλλη, δεν μπορούμε να δίνουμε στον άλλον χρόνο και ενέργεια μόνο όταν είμαστε καλά και έχουμε καλή διάθεση, όταν έχουμε τακτοποιήσει τις υποθέσεις μας και έχουμε ξεδιαλύνει τους προβληματισμούς μας. Σε κοντινές σχέσεις, οφείλουμε να το κάνουμε έτσι και αλλιώς με το λιγότερο ίσως χρόνο, καμιά φορά, αλλά με όσο περισσότερη ενέργεια μπορούμε. Δηλαδή και την μια στιγμή που θα μιλήσουμε μαζί του ή θα τον δούμε, να είμαστε εκεί, ολοκληρωτικά. Όλο μας το σώμα να μαρτυράει την παρουσία μας. Αυτό ζητάει και ο άλλος. Αυτό ζητάει σαν ενέργεια η σχέση και πρέπει να βρούμε το τρόπο έτσι ώστε να το πετύχουμε, το οφείλουμε σε εμάς και στον άλλο άνθρωπο.
Και έτσι αυξάνει και η δική μας ενέργεια και ανατροφοδοτείται. Γιατί αν δεν διστάσουμε να δώσουμε ενέργεια στη σχέση και η σχέση θα μας της ανταποδώσει στο πολλαπλάσιο. Αρκεί να μην φοβηθούμε να αφεθούμε ολοκληρωτικά στη στιγμή της επαφής, στη στιγμή της συνάντησης, στη στιγμή της ομιλίας.
Γιατί, το να μην θέλουμε να δώσουμε ενέργεια στον άλλον με την δικαιολογία ότι έχουμε τα «δικά» μας, αυτό ενισχύει την αίσθηση της χωριστικότητας και μας αποκόπτει από το Ολον. Αν όμως αφεθούμε στη στιγμή με τον άλλον, αυτόματα βγαίνουμε από την αυταπάτη της χωριστικότητας και συνδεόμαστε με το Ολον γιατί και ο άλλος είναι μέρος του Όλου και το άνοιγμα προς αυτόν είναι και άνοιγμα δικό μας προς την Ροή της ενέργειας που υπάρχει εκεί. Και η επαφή με αυτή την ενέργεια μας εμπλουτίζει και μας ενδυναμώνει. Γιατί μέσω της ενότητας μας με το Ολον ερχόμαστε σε επαφή με όλες τις λύσεις των προβλημάτων, με όλες τις εμπνεύσεις και όλες τις δυναμικές που υπάρχουν εκεί. Και τότε όλα είναι εφικτά.
Ας μην στερούμε τον εαυτό μας από αυτή τη ροή.
Αυτός είναι και ο λόγος που τα παιδιά αισθανόμαστε να μας ταλαιπωρούν και να μας ρουφάνε ενέργεια. Γιατί δεν αφηνόμαστε ουσιαστικά στην στιγμή μαζί τους. Αλλά τελικά για αυτό έχουν έρθει. Για να μας βοηθήσουν να μάθουμε. Γι’ αυτο και μας ζορίζουν με τις απαιτήσεις τους, με τις ζημιές τους, με τις αταξίες τους, γιατί μας ζητάνε να τους δώσουμε προσοχή, ουσιαστική-ποιοτική προσοχή και όχι τυπική. Και μόνο όταν το καταφέρουν αυτό, θα μας αφήσουν ήσυχους. Αλλά και εμείς τότε θα νιώθουμε γεμάτοι και πλήρεις, όχι γιατί μας αφήσαν ήσυχους, αλλά γιατί ανοιχτήκαμε στην Ενότητα, στη ροή της ενέργειας και ξεφύγαμε προς στιγμή από τη δική μας κλειστή και καλά προστατευμένη ατομικότητα.
Γι’ αυτο και οι σχέσεις καταλήγουν δυσαρμονικές γιατί επιμένουμε να κρατάμε καλά προστατευμένη την ατομικότητα μας, μια ατομικότητα συνυφασμένη με την περηφάνια, την αίσθηση της χωριστικότητας και του εγωκεντρισμού. Ενός εγωκεντρισμού που υποθάλπει την πεποίθηση ότι «Εγώ είμαι στο κέντρο και τα προβλήματα μου έχουν περισσότερη αξία από κάθε τι άλλο για να ασχοληθώ και να αφιερώσω χρόνο».
Έτσι όμως συντηρούμε το πρόβλημα, συντηρούμε την κακή διάθεση, συντηρούμε το άγχος και το μπέρδεμα που αισθανόμαστε μεγαλώνει. Δεν αφήνουμε χώρο να έρθει φρέσκια ενέργεια σε εμάς. Επιμένουμε να δίνουμε ενέργεια και να τροφοδοτούμε το πρόβλημα με αποτέλεσμα να μην μένει ενέργεια για να πάει κάπου αλλού. Κλεινόμαστε στον εαυτό μας, ταμπουρωνόμαστε στο κόσμο μας και όχι μόνο δεν θέλουμε να βγούμε από εκεί αλλά και με την συμπεριφορά μας αποτρέπουμε και οποιαδήποτε προσέγγιση από άλλον άνθρωπο.
Όμως όταν η προσοχή μας αποσπάται σε κάτι άλλο, το πρόβλημα υποχωρεί ή λύνεται. Αλλά ακόμα και αν δεν λυθεί η κατάσταση δεν είναι τόσο ασφυκτική όσο πριν και μπορούμε πιο εύκολα να το διαχειριστούμε ακόμα και αν το γεγονός σαν γεγονός παραμένει, δεν είναι πια τόσο έντονα συναισθηματικά φορτισμένο. Πόσο συχνά όμως μπορούμε να το κάνουμε αυτό συνειδητά;; Δηλαδή συνειδητά να αφήσουμε το δικό μας πρόβλημα και να επικοινωνήσουμε με τον άλλο άνθρωπο, είτε συζητώντας μαζί του το πρόβλημα μας, είτε απλά στρέφοντας την προσοχή μας στον άλλον προσφέροντας του λίγο ποιοτικό χρόνο, λίγη προσοχή. Ουσιαστική προσοχή όμως που φτάνει στα όρια να ξεχάσουμε τον εαυτό μας, να «χαθούμε» μέσα στην στιγμή της επαφής μαζί του και να προσεγγίσουμε τον δικό του κόσμο.
Συνήθως δεν το κάνουμε, γι’ αυτό και οι σχέσεις μας με τους ανθρώπους γύρω μας δημιουργούν ρωγμές. Και συνήθως τότε είναι που εμφανίζονται σημεία τριβής.
Μερικά παραδείγματα από την σχέση μας με τα παιδιά μας, με το σύντροφο μας είναι αρκετά για να το καταλάβουμε.
Αλλά αυτός είναι και ο λόγος που δημιουργούμε σχέσεις. Γιατί μέσω των τριβών μαθαίνουμε να διαχειριζόμαστε την ενέργεια μας, μαθαίνουμε το πώς πρέπει να την διευθύνουμε και το πώς μπορούμε να ανανεωθούμε και να επαναφορτιστούμε. Γιατί μέσω των σχέσεων και το άνοιγμα μας προς το άλλο άτομο, μπορούμε να επιτύχουμε την ενότητα, μπορούμε να προσεγγίσουμε το Όλον, μπορούμε να προσεγγίσουμε την ενέργεια που χρειαζόμαστε για να πάμε παρακάτω.
“Copyright υλικού © Χρύσα Ευαγγέλου, για το www.enorasis.edu.gr”
Το διαβάσαμε: enallaktikoskosmos.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου